Salvia officinalis
Φύεται στην οροσειρά της Πίνδου και Κέρκυρα και καλλιεργείται παγκοσμίως, με πολλές ποικιλίες ως φαρμακευτικό και καλλωπιστικό.
Φύεται στην οροσειρά της Πίνδου και Κέρκυρα και καλλιεργείται παγκοσμίως, με πολλές ποικιλίες ως φαρμακευτικό και καλλωπιστικό.
Φύεται σε παράκτιες περιοχές, σε υψόμετρο έως 700 m, στη Στ. Ελλάδα, την Πελοπόννησο και στα νησιά. Έχει πλούσια ανθοφορία, νωρίς την άνοιξη, με λευκό έως ρόδινο χρώμα ανθέων και υψηλή προσαρμοστικότητα στην ξηρασία.
Φύεται σε περιοχές με υψόμετρο έως 500 m και έχει δύο υποείδη: την S. pomifera ssp. pomifera, με έντονο χρωματισμό ρόδινων και ιωδών αποχρώσεων ανθέων, που συναντάται στην Κρήτη και τη Ν. Πελοπόννησο και την S. pomifera ssp. calycina, με αχνές αποχρώσεις ανθέων, που συναντάται στη Β. Πελοπόννησο και το Αιγαίο.
Συναντάται στην Α. Μακεδονία, τη Θράκη και στα νησιά του Β.Α. Αιγαίου. Έχει έντονη παραλλακτικότητα στο χρώμα των ανθέων, από λευκό έως ιώδες, αλλά και στο μέγεθος του φυτού. Παρουσιάζει ιδιαίτερα μεγάλη περίοδο ανθοφορίας, ανθεκτικότητα στην ξηρασία, προσαρμοστικότητα σε υγρές συνθήκες και ανθεκτικότητα σε χαμηλές θερμοκρασίες.
Φύεται στις ορεινές περιοχές της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Στ. Ελλάδας σε υψόμετρο 500 έως 1900 m. Το μέγεθος του φυτού είναι χαμηλό και το καλοκαίρι αναπτύσσει υψηλά, διακλαδιζόμενα ανθοφόρα στελέχη, με μεγάλα ιώδη άνθη. Ανθεκτικό σε χαμηλές θερμοκρασίες.